Οφειλόμενες απαντήσεις στον άνανδρο πόλεμο κατά του Δημοκρατικού Πατριωτικού Κινήματος «ΝΙΚΗ»
Γράφει ο ΦΩΤΗΣ ΠΑΛΛΑΣ
Από τη θέση του υποψηφίου στο ψηφοδέλτιο της «ΝΙΚΗΣ» στον Νοµό Τρικάλων και δη στον Δήµο Μετεώρων και ως εκπρόσωπος των 2.861 πολιτών που µας εµπιστεύθηκαν µε την ψήφο τους και έφεραν τη «ΝΙΚΗ» από το πουθενά στην 5η θέση(!) µε ποσοστό 3,35%, στις πρόσφατες εκλογές της 21η Μαΐου, αισθάνοµαι την υποχρέωση να δώσω ορισµένες απαντήσεις στις µανιώδεις επιθέσεις που δεχθήκαµε ως νεοσύστατος πολιτικός χώρος αλλά και ως πρόσωπα µέχρι σήµερα, στο κατώφλι των εκλογών της 25ης Ιουνίου 2023.
Μας χαρακτήρισαν πατριδοκάπηλους, Χριστέµπορους, ψευτοκήρυκες, αιρετικούς, παρεκκλησιαστικούς, σκοταδιστές, επικίνδυνους, εθνικιστές, γραφικούς και άλλα πολλά ων ουκ έστιν αριθµός, επειδή τολµήσαµε να οµολογήσουµε ότι «Ελλάδα χωρίς Χριστό δεν υπάρχει», ότι οδηγός µας είναι το Ευαγγέλιό Του και ότι στο Ελληνικό Κοινοβούλιο θα ασκήσουµε µε τις πρεσβείες της Θεοτόκου τη λησµονηµένη µεν, αλάνθαστη δε κατά Θεόν κυβερνητική πολιτική. Ω, τι µεγίστη απειλή! Τι δαµόκλειος σπάθη άρχισε να επικρέµεται πάνω από τις κεφαλές των εθνοσωτήρων µας! Σύµπασα η κοµµατοκρατία µάς εκήρυξε αίφνης πόλεµο άναδρο, συκοφαντικό, ύπουλο, συνωµοτικό, δυσώδη και ανηλεή, λες και ο Χριστός και το Ευαγγέλιο Του είναι όλεθρος για την ελληνική Βουλή και η κατά Θεόν κυβερνητική πολιτική είναι ένας γελοίος παρίας της Ιστορίας και πρέπει να παραµείνει έτσι, αλλιώς κινδυνεύουµε να χάσουµε τις ευκαιρίες της τεχνολογικής επανάστασης του Μετανθρώπου, που ετοιµάζουν για όλους ανεξαιρέτως τα αδηφάγα αφεντικά της Νέας Τάξης. Ακόµη και τοπικοί παράγοντες, γνωστοί, φίλοι και αδερφοί, προσκυνηµένοι, δυστυχώς, στα ίδια αφεντικά, επιδόθηκαν σε πολιτικάντικες επιθέσεις καφενείου, εξαπέλυσαν µύδρους εναντίον µας µε δηλητηριώδη άρθρα, µε δηλώσεις αθεολόγητης θεολογίας και προπετώς µε «ιερή» λάσπη από θεσµικές θέσεις.
Όµως, η «ΝΙΚΗ» είναι γόνιµη γη. Γι΄ αυτό και υποµένει καρτερικά τη δυσοσµία αυτής της κοπριάς και τη µεταλλάσσει σε αναγκαίο λίπασµα στο φυτώριο της, αφού µέσα σ΄ αυτό το φυτώριο ευδοκιµούν άνθη µυρίπνοα: η αγάπη, η ενότητα, η πίστη, η πατρίδα, η οικογένεια. Τους ευχαριστούµε, λοιπόν, γι΄ αυτό το λίπασµα και εφόσον µας χαρακτηρίζουν αναρµόδιους να µιλάµε για ΧΡΙΣΤΟ και θεωρούν ανεπίτρεπτο να εµπλέκεται η πίστη στον Τριαδικό Θεό µε την πολιτική στη Χριστεπώνυµη Ελλάδα µας, τους παραπέµπουµε καλοπροαίρετα στο Δελτίο Τύπου που δηµοσίευσε στις 17/06/2023 το αρµόδιο ΓΡΑΦΕΙΟ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ και τους παρακαλούµε να το µελετήσουν καλοπροαίρετα κι αυτοί, προκειµένου να διαπιστώσουν την πλάνη στην οποία έχουν περιπέσει, δια των πλέον αρµοδίων και επισήµων εκκλησιαστικών χειλέων ορθοτοµούντων τον λόγον της αληθείας. Με την προτροπή, λοιπόν, του Αποστόλου Παύλου: «σπούδασον σεαυτὸν δόκιµον παραστῆσαι τῷ Θεῷ, ἐργάτην ἀνεπαίσχυντον, ὀρθοτοµοῦντα τὸν λόγον τῆς ἀληθείας». (ΒΆ Τιµ. 15), παραθέτουµε το κείµενο:
«Αποστολή του Γραφείου µας, µε την ευλογία και την αρωγή του σεπτού µας Ποιµενάρχη, Μητροπολίτου Πειραιώς κ. Σεραφείµ, είναι η οριοθέτηση της αµωµήτου ορθοδόξου πίστεώς µας, της µόνης σώζουσας πίστεως και η κατάδειξη των αιρέσεων και κακοδοξιών, οι οποίες ασκούν ολέθριες επιπτώσεις στο εκκλησιαστικό σώµα. Παρά ταύτα όµως είµαστε αναγκασµένοι συχνά να διαπραγµατευόµαστε και άλλα θέµατα, τα οποία έχουν πάντα σχέση µε την ζωή των πιστών, µε κριτήριο πάντα την χριστιανική πίστη και την ελληνορθόδοξη παράδοσή µας.
Η προεκλογική περίοδος, τόσο των τελευταίων εκλογών (21 ης Μαΐου), όσο και των ερχοµένων (25 η Ιουνίου), έφερε στο προσκήνιο ένα νεωστί εµφανισµένο και πολυσυζητηµένο θέµα, την «εκµετάλλευση του θρησκευτικού συναισθήµατος για πολιτικούς λόγους», το οποίο αποτελεί για κάποιους «κόκκινο πανί» και πεδίο σφοδρής αντιπαράθεσης. Παρά την αρχή µας να µην έχουµε ως αντικείµενό µας πολιτικές αντιπαραθέσεις και να µην υποδεικνύουµε στους αναγνώστες των ανακοινώσεών µας συγκεκριµένα πολιτικά σχήµατα, παραβιάζοντας το δικαίωµα της ελευθερίας εκλογής του καθενός, δεχτήκαµε, από πληθώρα πιστών, µηνύµατα και εκκλήσεις να δηµοσιοποιήσουµε την άποψή µας για το ανωτέρω «πρόβληµα».
Ανταποκρινόµενοι λοιπόν σε αυτές τις παραινέσεις αποφασίσαµε να ασχοληθούµε και µε αυτό το θέµα µε την παρούσα ανακοίνωσή µας. Με βάση την ορθόδοξη διδασκαλία και εκκλησιολογία, να αποµυθοποιήσουµε το «ταµπού» περί το αν πρέπει ή όχι, η Εκκλησία να έχει λόγο και ανάµειξη στα πολιτικά πράγµατα, τοποθετώντας το ανακύψαν «πρόβληµα» στις σωστές του διαστάσεις. Και τούτο διότι περί αυτού εκφράζονται απίστευτα άσχετες µε την ορθόδοξη διδασκαλία απόψεις, οι οποίες συσκοτίζουν και αποπροσανατολίζουν τους πολίτες και κύρια τους πιστούς µας.
Το «πρόβληµα» ανέκυψε τελευταία όταν νέα κόµµατα, µε εκπεφρασµένες χριστιανικές αρχές ψηφίστηκαν στις εκλογές της 21 ης Μαΐου και έφτασαν στα πρόθυρα της εισόδου στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Η επιλογή πολλών χιλιάδων πολιτών να τα ψηφίσουν, θορύβησε κάποιους παλαιούς κοµµατικούς σχηµατισµούς, οι οποίοι τα είδαν ως «απειλή» στις ερχόµενες εκλογές της 25 ης Ιουνίου και γιΆ αυτό άρχισε µια κατά µέτωπο επίθεση εναντίον τους. «Πατώντας» στον περιστασιακό «σεβασµό» τους προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία «πρέπει να ενώνει και όχι να διαιρεί», όπως ισχυρίζονται, δεν πρέπει να «ενθαρρύνει», πολλώ δε µάλλον να στηρίζει, πολιτικούς σχηµατισµούς έστω και αν έχουν ως αρχές τους την ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία, τις αρχές του Ευαγγελίου και γενικότερα τις αρχές της χριστιανικής κοινωνιολογίας, παρά το γεγονός ότι συνιστά την τελειότερη κοινωνία η οποία αποτέλεσε τη βάση όλων των κοινωνικών συστηµάτων, ακόµα και των άθεων! ΚατΆ αυτούς η Αγία Εκκλησία του Χριστού δεν θα πρέπει να έχει λόγο για πράγµατα εκτός του ναού! Πρέπει να περιορίζεται στα «πνευµατικά» της «καθήκοντα» και να αφήνει το πεδίο ελεύθερο να δραστηριοποιούνται πρόσωπα και οµάδες, οι οποίες εκφράζουν, είτε λανθασµένες, ή και αντίθετες αρχές από τις δικές της! Θέλουν τους πιστούς «διχοτοµηµένους», δηλαδή, όσον αφορά την «ατοµική τους θρησκευτικότητα» να την «ικανοποιούν» στο ναό και όσον αφορά την υπόλοιπη βιωτή τους να την αναθέτουν σε αλλότριες, ή και αντίθετες µε την διδασκαλία της Εκκλησίας αρχές και πρακτικές!
Βεβαίως τέτοιες απόψεις και ιδεοληψίες δεν έχουν ουδεµία σχέση µε την ορθόδοξη διδασκαλία, την πατερική παράδοση και φυσικά την ορθόδοξη εκκλησιολογία. Προέρχονται από την αιρετική δυτική παράδοση, τον κακόδοξο Παποπροτεσταντισµό, ο οποίος είναι δοµηµένος στον φράγκικο φεουδαρχισµό και στον ευσεβιστικό ατοµισµό, µε τις ολέθριες συνέπειες στους λαούς της Δύσεως. Είναι απότοκα των φρικτών διαχρονικών εγκληµάτων του Παπισµού και οι αλλοπρόσαλλες κακόδοξες δοξασίες του Προτεσταντισµού, τα οποία είχαν ως αποτέλεσµα την πλήρη αποστασιοποίηση των δυτικών από τις «εκκλησίες» και την αυτονόµησή τους από την χριστιανική ζωή, µε την εµφάνιση του «Διαφωτισµού». Η χριστιανική πίστη «κλείστηκε» στους ναούς και η ζωή διαχωρίστηκε από αυτή, ακολουθώντας τα διδάγµατα και τις αρχές του άθεου ουµανισµού. Πλήρης δηλαδή διαχωρισµός µεταξύ θρησκείας και πολιτικής µε την στενή και ευρεία έννοια του όρου.
Αυτό το νοσηρό και άκρως αιρετικό «κλίµα» µετέφεραν στην Ορθόδοξη Ελλάδα, µετά την απελευθέρωσή µας από τους Οθωµανούς, η «άκαπνη» σπουδάζουσα νεολαία στην «φωτισµένη» Εσπερία, τα ολέθρια και άκρως εχθρικά προς την Ορθοδοξία, διδάγµατα του «εξωµότη» Κοραή και των συν αυτώ. Δεν είναι του παρόντος να αναλύσουµε τα µεγάλα προβλήµατα που δηµιούργησαν στην Ελλάδα αυτές οι «προοδευτικές» ιδέες, κύρια στον εκκλησιαστικό τοµέα. Φθάνει να θυµηθούµε τις απόπειρες «εξευρωπαϊσµού» µας από τις ξενόφερτες βασιλείες και τα πολιτικά κόµµατα, που είχαν ενστερνιστεί τις δυτικές αρχές και εκδήλωναν την απέχθειά τους προς την Ορθοδοξία µας.
Δυστυχώς αυτό το αλλοπρόσαλλο «κλίµα» διαιωνίζεται ως τις µέρες µας. Η Εκκλησία υπάρχει µόνον για να «ικανοποιεί» την «θρησκευτικότητα» κάποιων «αναχρονιστικών», οι οποίοι δεν µπόρεσαν να «εκσυγχρονιστούν»! Κατά τα άλλα δεν έχει και δεν πρέπει να έχει λόγο στη δηµόσια ζωή, εκτός και αν δεν ενοχλεί και εξυπηρετεί το «σύστηµα»! Αυτή είναι γενικά η εικόνα των «προοδευτικών» για την Εκκλησία. Μια σχέση ανεκτικότητας!
Ανατρέχοντας στην εκκλησιαστική µας ιστορία είναι εύκολο να διαπιστώσουµε πως η Εκκλησία µας ουδέποτε λογίστηκε ως θρησκεία, ως «ικανοποίηση θρησκευτικού συναισθήµατος», αλλά ως «καινή κτίσις» (Α΄Κορ.5,17). Ως αναδηµιουργία του παλαιού, εφθαρµένου και πεπαλαιωµένου από την αµαρτία κόσµου (Εφ.1,9-11). Ως η τέλεια κοινωνία της αγάπης, της δικαιοσύνης, της ειρήνης και της συναδέλφωσης όλων των ανθρώπων, χωρίς καµιά διάκριση φύλου, καταγωγής, κοινωνικής και οικονοµικής, µορφωτικής και άλλης κατάστασης (Γαλ.3,28). Να προσφέρει σωτηρία σε κάθε άνθρωπο που θέλει να σωθεί. Ο Λυτρωτής µας Χριστός ήρθε στη γη να θέσει στο περιθώριο κάθε θεσµό, παράδοση, πρακτική του πτωτικού και αµαρτωλού κόσµου, εις τρόπον ώστε ο Θεός να είναι ο Κυβερνήτης της ανθρωπότητας και όχι ο σφετεριστής της ο διάβολος. Να ζουν οι άνθρωποι, αναγεννηµένοι, στην νέα κοινωνία της αγάπης και της δικαιοσύνης, ως ευλογηµένοι πολίτες (Β΄Κορ.2,16). Οι πολίτες αυτής της βασιλείας καλούνται να αφήσουν τα παλαιά «σκύβαλα του κόσµου» (Φιλπ.3,8) και να περιπατούν «εν καινότητι ζωής» (Ρωµ.6,4). Ο απόστολος Παύλος έγραψε πως «Νυνί δε κατηργήθηµεν από του νόµου (σ.σ. τόσο το µωσαϊκό, όσο και τον παγανιστικό), αποθανούντες εν ω κατειχόµεθα, ώστε δουλεύειν ηµάς εν καινότητι πνεύµατος και ου παλαιότητι γράµµατος» (Ρωµ.7,6). Η «παλαιότητα του γράµµατος» είναι οι κοσµικοί θεσµοί και η «καινότητα του πνεύµατος» η νέα εν Χριστώ πραγµατικότητα, Ο Χριστός οµιλεί: «Ιδού καινά ποιώ τα πάντα» (Αποκ.21,5) και αυτή η ανακαίνιση θα ολοκληρωθεί στα έσχατα, όταν θα έχει νικηθεί οριστικά το κακό και θα εκλείψει ο παλιός κόσµος της αµαρτίας, της φθοράς και του θανάτου.
Η Εκκλησία δεν γνωρίζει και δεν αναγνωρίζει εξουσίες, ως πτωτικά σχήµατα, τα οποία παραπέµπουν στον ολέθριο εξουσιαστή, το Σατανά, σύµφωνα µε την διαβεβαίωση του Χριστού: «εί τις θέλει πρώτος είναι, έσται πάντων έσχατος και πάντων διάκονος» (Μαρκ.9,35). ΓιΆ αυτό γνωρίζει διακονίες, οι οποίες βρίσκονται στον αντίποδα της εξουσίας. Οι Επτά Διάκονοι (Πραξ.6,13) δεν ήταν διάκοι, µε την σηµερινή έννοια, αλλά οι «υπουργοί» της νέας κοινωνίας. Ο απόστολος Παύλος διασαφήνισε µε ακρίβεια την έννοια της εξουσίας, τονίζοντας πως, «οὐ γάρ ἐστιν ἐξουσία εἰ µὴ ὑπὸ Θεοῦ» (Ρωµ.13,1), όχι η οποιαδήποτε εξουσία, αλλά εκείνη που είναι ταγµένη από το Θεό και διακονεί το λαό στο όνοµα του Θεού.
Σε αυτή την εξουσία οφείλουν οι πιστοί να υπακούουν. Αυτό φαίνεται στην αρχαία Εκκλησία, όπου οι χριστιανοί, υπακούοντες στην Εκκλησία, αρνήθηκαν να υπακούσουν στην διαφθαρµένη ρωµαϊκή εξουσία. Οι πιστοί ζούσαν ως αγία κοινωνία µέσα στον διεφθαρµένο και απάνθρωπο ελληνορωµαϊκό κόσµο και για τούτο διώχτηκαν, όχι για την «θρησκεία» τους, αλλά για την θεόσδοτη ανυπακοή τους στις «αρχές και τις εξουσίες του κόσµου τούτου», που δεν προέρχονται από το Θεό.
Αλλά και στην κατοπινή ιστορία της Εκκλησίας, αυτή ουδέποτε συµβιβάστηκε µε τις κοσµικές εξουσίες, οι οποίες δεν ήταν ταγµένες από το Θεό (Ρωµ.13,1). Όλοι οι µεγάλοι Πατέρες, όταν χρειάστηκε, αντιτάχτηκαν στις κοσµικές εξουσίες, χωρίς να υπολογίζουν το οποιοδήποτε κόστος. Ο Μ. Αθανάσιος συγκρούστηκε µε τις αρειανίζουσες εξουσίες και υπέστη φρικτές διώξεις από τον ανελέητο Κωνστάντιο. Ο Μ. Βασίλειος µε τον φοβερό Ουάλη. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστοµος µε το διεφθαρµένο παλάτι. Ο Κύριλλος Αξεξανδρείας µε τον διεφθαρµένο έπαρχο Ορέστη. Ο Μ. Φώτιος µε τον επίσης διεφθαρµένο και θηριώδη τύραννο Βάρδα. Ο Μάρκος Ευγενικός µε τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο. Η θρυλική «Φιλορθόδοξος Εταιρία» µε την αντίχριστη αντιβασιλεία, οι ηρωικοί Αρχιεπίσκοποι Αθηνών Χρύσανθος και Δαµασκηνός στα χρόνια της κατοχής, κλπ.
Η εκκλησιαστική ιστορία µαρτυρεί περίτρανα πως η Εκκλησία ουδέποτε έπαψε να ελέγχει την εξουσία, όταν αυτή αποµακρύνονταν από τις σωτήριες αρχές του Ευαγγελίου και την χρηστή διακονία του λαού. Τι σηµαίνει αυτό για τα σηµερινά δεδοµένα; Η σύγχρονη αντίληψη, ότι η Εκκλησία δεν πρέπει να έχει λόγο στα κοινωνικά και πολιτικά πράγµατα, είναι άκρως λαθεµένη, διότι η πνευµατική διακονία δεν διαχωρίζεται από την κοινωνική και την πολιτική, αλλά απλά αυτές καταµερίζονται, µε διακονίες του λαού του Θεού στα κατάλληλα πρόσωπα. Οι σηµερινοί πολιτικοί, για να είναι γνήσιοι διάκονοι του λαού, οφείλουν να είναι όµοιοι µε τους «υπουργούς» της αρχαίας Εκκλησίας, τους Επτά Διακόνους, να είναι «πλήρεις Πνεύµατος Αγίου και σοφίας» (Πραξ.6,3) για να απολαµβάνουν τιµής, υπόληψης και υπακοής από τους πιστούς πολίτες.
Όπως είναι γνωστό, η σηµερινή πολιτική, επηρεασµένη όπως προαναφέραµε από το άθεο δυτικό κοσµικό πνεύµα, έχει πλήρως αποστασιοποιηθεί από τις αρχές της χριστιανικής διδασκαλίας, εκτός από ορισµένους πολιτικούς σχηµατισµούς, οι οποίοι δείχνουν επιλεκτικά και συχνά επιδεικτικά, να δέχονται ορισµένες από αυτές, όταν παράλληλα είναι διαποτισµένοι από άλλα αντιχριστιανικά στοιχεία. Τη στιγµή που «δηλώνουν» τον «σεβασµό» προς την Εκκλησία, ψηφίζουν νόµους θεµελιωδώς αντίθετους µε την χριστιανική διδασκαλία, όπως είναι νοµιµοποίηση και η κρατική αρωγή των εκτρώσεων, ο πολιτικός γάµος, η αναγνώριση της οµοφυλοφιλίας ως «φυσιολογική σεξουαλική επιλογή» και όχι ως θανάσιµη αµαρτία, η βεβήλωση του ιερού θεσµού του γάµου, µε την καθιέρωση του «γάµου» των οµοφυλοφίλων, η υιοθεσία παιδιών από οµόφυλα ζευγάρια, η στήριξη αιρετικών οµάδων και αλλοθρήσκων, η υποβάθµιση του µαθήµατος των Θρησκευτικών, κλπ.
Αλλά και µεµονωµένα πολιτικά πρόσωπα, τα οποία δηλώνουν «πιστοί ορθόδοξοι χριστιανοί», αλλά είναι άγνωστοι στις ενορίες τους και σπεύδουν επιδεικτικά να δείξουν την «πίστη» τους, ανάβοντας κεράκια σε εκκλησίες και κρατώντας την πασχαλινή λαµπάδα για ελάχιστα λεπτά, σπεύδουν να «προσκυνούν» θαυµατουργές εικόνες, για να απαθανατιστούν από φωτογραφικές µηχανές και κάµερες, είναι αυτοί, οι οποίοι ψηφίζουν τους αντίχριστους νόµους, χωρίς καµιά αναστολή και δικαιολογώντας µε θράσος την ενέργειά τους!
Είναι όλοι αυτοί, οι οποίοι διαρρηγνύουν τα ιµάτιά τους, για το δήθεν «ενδιαφέρον» και το «σεβασµό» τους προς τον θεσµό της Εκκλησίας, προκειµένου να «µείνει έξω από το πολιτικό παιχνίδι», θέλοντας δήθεν την Εκκλησία να είναι «ενοποιός παράγων της κοινωνίας». Αλλά δυστυχώς θυµούνται την Εκκλησία µόνο όταν την χρειάζονται! Και είναι τόσος «µεγάλος ο σεβασµός τους προς τις αρχές της Εκκλησίας», ώστε, όταν «απειλούνται» οι «προοδευτικές τους θέσεις» και τα κοµµατικά τους συµφέροντα, δεν διστάζουν να την χαρακτηρίσουν ως «σκοταδιστική», «οπισθοδροµική» και τους πιστούς, οι οποίοι εµµένουν στις χριστιανικές αρχές, ως «χριστιανοταλιµπάν»!
Είναι άκρως υποκριτική η στάση πολιτικών σχηµατισµών και προσώπων, όταν δεν τους ενοχλεί ότι στην Ευρώπη και αλλαχού λειτουργούν εδώ και πολλά χρόνια «Χριστιανοδηµοκρατικά Κόµµατα», προβάλλοντα τις «χριστιανικές αρχές» τους και µάλιστα κάποια από αυτά (τα ελληνικά) είναι ενταγµένα στις ευρωπαϊκές ενώσεις τους. Δεν τους ενοχλεί ότι και στην Ελλάδα υπάρχουν, εδώ και χρόνια, πολιτικοί σχηµατισµοί µε χριστιανικό όνοµα και µε εκπεφρασµένες «χριστιανικές αρχές», λ.χ. «Χριστιανική Δηµοκρατία», «Χριστιανοδηµοκρατικό Κόµµα Ελλάδος», κλπ. και όταν συµµετέχουν στις εκλογές. Δεν θεωρούν ότι αυτά «εκµεταλλεύονται το θρησκευτικό συναίσθηµα του λαού», ότι «δεν καπηλεύονται την Ορθοδοξία», καθότι δεν τους απειλούν µε την ελάχιστη δύναµή τους. Τους ενοχλούν όµως πολιτικοί σχηµατισµοί, οι οποίοι, ενώ δεν έχουν χριστιανική επωνυµία, έχουν στο καταστατικό τους χριστιανικές αρχές, και εξαιτίας τους «κινδυνεύει» το «γόητρο της Εκκλησίας», η «ενότητα του λαού»!
Ενοχλούνται στην ουσία, διότι απειλείται η δική τους πολιτική αυτάρκεια και όχι το γόητρο της Εκκλησίας!
Υποκριτική είναι η στάση τους επίσης από το γεγονός ότι δεν θεωρούν ως «εκµετάλλευση» την οικειοποίηση της µαρξιστικής κοσµοθεωρίας από πολυπληθή «ορθόδοξα» και «αιρετικά» κοµµουνιστικά κόµµατα, για τα οποία ποτέ δεν εµφανίστηκε τέτοιο «πρόβληµα». Το ίδιο και µε τις πολιτικοκοινωνικές θεωρίες του φιλελευθερισµού και νεοφιλελευθερισµού. Πληθώρα κοµµατικών σχηµάτων διακηρύσσουν ότι στηρίζονται στις αρχές τους, κανένας όµως δεν µιλάει για «εκµετάλλευση» και «καπηλεία». Είναι ευνόητο ότι µόνον οι χριστιανοί πολιτικοί «ευθύνονται» για ένα τέτοιο «έγκληµα»!
Υποκριτική, έως απαράδεκτη µπορεί να θεωρηθεί και η στάση πολλών εκκλησιαστικών ανδρών, οι οποίοι συµφώνησαν µε τους υποκριτικά «σεβοµένους την Εκκλησία» πολιτικούς, ότι η «Εκκλησία αποστασιοποιείται από οποιαδήποτε εκµετάλλευση του θρησκευτικού συναισθήµατος» από πολιτικά κόµµατα. ΕπΆ αυτού έχουµε να παρατηρήσουµε πως και ετούτοι «θυµήθηκαν» τώρα αυτό το «πρόβληµα», όταν το ανακίνησαν οι «ευαίσθητοι» πολιτικοί! Δεν είναι του παρόντος να αναφερθούµε σε παλαιότερες ή και σύγχρονες απαράδεκτες περιπτώσεις εναγκαλισµών εκκλησιαστικών παραγόντων µε πολιτικούς.
Αλλά υπάρχει και µια άλλη σοβαρότερη διάσταση. Όταν οµιλούν για την αποστασιοποίηση της Εκκλησίας από την «πολιτική», ταυτίζουν την Εκκλησία µε την Ιεραρχία και γενικά το Ιερατείο! Θέλουν να λησµονούν ότι µια τέτοια εκκλησιολογική αντίληψη είναι άκρως αιρετική, παπικής εµπνεύσεως. Ότι η Εκκλησία είναι το σώµα των πιστών, κληρικοί και λαϊκοί, ζώντες και τεθνεώτες. Ότι η Εκκλησία είναι παρούσα και σε µια µικρή οµάδα πιστών, όπως µας διαβεβαίωσε ο Κύριος όπου «είσι δύο ή τρείς συνηγµένοι εις τό εµόν όνοµα, εκεί είµι εν µέσω αυτών» (Ματθ.18,20), που σηµαίνει ότι όπου είναι παρών ο Χριστός, είναι παρούσα και η Εκκλησία Του, το δικό Του Σώµα. ¶ρα όσοι πιστοί ενώθηκαν στο όνοµα του Χριστού, να διακονήσουν του λαό του Θεού, είναι (και) αυτοί Εκκλησία! Με βάση αυτή την κεφαλαιώδη εκκλησιολογική αρχή µπορεί να απαγορεύεται σε σύνολα χριστιανών να πολιτεύονται; Μήπως θα ήθελαν να αποκηρύξουν τα χριστιανικά τους πιστεύω, και στην αντίθετη περίπτωση να αποκλείονται από το συνταγµατικό δικαίωµά τους να εκλέγουν και να εκλέγονται; Μήπως έτσι παραδίδουν την εξουσία στους εκτός της Εκκλησίας; Είναι δυνατόν η Εκκλησία να είναι αποξενωµένη από την όλη ζωή των πιστών; Αν αυτή δεν είναι µανιχαϊστική αντίληψη, τι άλλο µπορεί να είναι;
Είναι ευνόητο πως, όπως όλοι οι πολιτικοί συνδυασµοί και πρόσωπα, έχουν το δικαίωµα να διακηρύττουν τις αρχές τους και τις ιδεολογικές τους καταβολές, έτσι και οι χριστιανοί έχουν αυτό το δικαίωµα, χωρίς να κινδυνεύουν να κατηγορηθούν ως «κάπηλοι και εκµεταλλευτές του θρησκευτικού συναισθήµατος». Κατά τη γνώµη µας, όχι µόνο δεν είναι «εκµετάλλευση», η «καπηλεία», αλλά οµολογία! Κάθε δηµόσια οµολογία του Χριστού και των αρχών της χριστιανικής πίστεως είναι απόλυτα επαινετή από το Θεό, διότι «Πᾶς οὖν ὅστις ὁµολογήσει ἐν ἐµοὶ ἔµπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁµολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔµπροσθεν τοῦ πατρός µου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· ὅστις δΆ ἂν ἀρνήσηταί µε ἔµπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσοµαι αὐτὸν κἀγὼ ἔµπροσθεν τοῦ πατρός µου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ.10,32-33).
Να διευκρινίσουµε πως σεβόµαστε την κανονική παράδοση της Εκκλησίας µας, να µην επιζητούν και να αποδέχονται οι κληρικοί κοσµικές εξουσίες, όχι για άλλο λόγο, αλλά για να είναι απερίσπαστοι στο ποιµαντικό τους έργο. Αυτό το έλυσε η Εκκλησία µε την εκλογή των Επτά Διακόνων (Πραξ.6,3), δίνοντας αυτή την αρµοδιότητα στους λαϊκούς, τους σηµερινούς διακόνους – πολιτικούς του λαού του Θεού.
Κλείνουµε την ανακοίνωσή µας µε µια ιστορική δήλωση του υπηρεσιακού Πρωθυπουργού και διακεκριµένου ανώτατου δικαστικού λειτουργού κ. Ιωάννη Σαρµά, σχετικά µε την ακώλυτη συµµετοχή στις εκλογικές διαδικασίες: «Η ελευθερία εκφράσεως ιδιαίτερα στις προεκλογικές περιόδους καλύπτει και εκφράσεις, ιδέες, πληροφορίες οι οποίες µπορεί να δηµιουργούν ανησυχία, ακόµη και να σοκάρουν […] Η υπηρεσιακή κυβέρνηση οφείλει να εγγυάται τον σεβασµό της ελευθερίας έκφρασης, διάδοσης ιδεών και πληροφοριών, εκτίµησης γεγονότων και συναγωγής συµπερασµάτων. […] Η ελληνική Πολιτεία και κάθε κυβέρνησή της αγκαλιάζει όλους τους Έλληνες χωρίς διάκριση ανάλογα µε το θρήσκευµα ή άλλο ανάλογο κριτήριο.
Όλοι οι Έλληνες ως µέλη της δηµοκρατικής πατρίδας, κατανοώντας τις απαιτήσεις, πρέπει απερίσπαστοι να ασκούν όλα τους τα πολιτικά δικαιώµατα» τόνισε µε νόηµα, επιβεβαιώνοντας πανηγυρικά και στηρίζοντας εµµέσως πλην σαφώς τα όσα παραθέσαµε στην παρούσα ανακοίνωσή µας και «αδειάζοντας» κατηγορηµατικά όσους θέλουν τους χριστιανούς πολιτικούς, είτε ουραγούς τους, είτε στο περιθώριο της δηµόσιας ζωής!»
Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς Γραφείο επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών
|