Μια φορά και έναν καιρό στο πανέμορφο δάσος της Εστιαιώτιδας, όλα τα ζώα ήταν αναστατωμένα με πολλά προβλήματα και συνάμα τους απαγορευόταν η έξοδος από το μέρος τους με απόφαση του μεγάλου διοικητή όλων των δασών, που δεν ήταν άλλος από το λιοντάρι ή αλλιώς gadem, όπως το φώναζαν όλα τα ζώα...
Εκεί λοιπόν, ζούσε η σοφή κουκουβάγια που είχε δει τόσα πολλά με τα ματιά της, όμως τούτη τη φορά δεν μπορούσε άλλο να βλέπει και να ακούει και κόντευε να τρελαθεί. Τα ζώα στο δάσος είχαν χάσει τον έλεγχο, ενώ η κατάσταση ήταν τραγική, εκείνα μιλούσαν για εκλογές σε πράσινα λιβάδια και γαλάζιες λίμνες. Ο ασβός και το φίδι καθημερινά προσπαθούσαν να βάλουν φιτιλιές βάζοντας τα ζώα να μαλώνουν και δημιουργώντας ένα κλίμα συνεχής διαμάχης διασπείροντας εδώ και εκεί ανακρίβειες και μετά γελούσαν με το δήθεν κατόρθωμα τους. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες ο λαγός, το κουνάβι, το τσακάλι, η αλεπού και αλλά ζωάκια που εκ των πραγμάτων δεν μπορούσαν να ενωθούν όλα μαζί, διέδιδαν και παρουσιάζονταν σαν σωτήρες της κατάστασης που επικρατούσε. Ο ελέφαντας από την άλλη που ήταν ο κυβερνήτης της περιοχής, αφουγκραζόταν όλα όσα διαδραματίζονταν χωρίς να λέει πολλές κουβέντες κάνοντας τη δουλειά του όσο καλύτερα μπορούσε δεδομένων και των συνθηκών. Η σοφή κουκουβάγια που βλέπει όμως και τη νύχτα, όταν τα περισσότερα ζώα ξεκουράζονται, ξέρει και έχει δει πως: όποιος βιάζεται σκοντάφτει και αν το κοράκι έχεις οδηγό, μόνο σε ψοφίμι θα σε πάει. Γεώργιος Αθαν. Βαΐου
|