Ως δημότης αυτού του τόπου επιτρέψτε με να καταθέσω κάποιες σκέψεις για αυτήν την Ιερή σκιά: Τα Μετέωρα...
Αυτοί οι βράχοι που δεν τοποθετήθηκαν τυχαία εδώ, μπορεί να μην είναι βράχοι σαν την Ακρόπολη, μπορεί να μην έχουν απάνω τους μαρμάρινους Παρθενώνες μα βάσταξαν όμως επί αιώνες έμψυχους Παρθενώνες, κολόνες πνευματικές, παλάτια της αρετής και εννοώ τους μοναχούς και τις μοναχές που με την αδιάλειπτη προσευχή τους, μας βοηθούν σε κρίσιμες ώρες (που εύχομαι να μη βρεθεί ο καθένας σε κρίσιμη ώρα). Όμως εδώ και καιρό παρατηρώ ότι γίνονται συζητήσεις, συναντήσεις και κόντρα συζητήσεις, κοινώς εξευτελισμοί για τα πρόσωπα των μοναχών. Τους εξευτελίζουμε εμείς εδώ οι νεότεροι υποστηρίζοντας τα χόμπι μας - δουλειά. (Το χρήμα άλλωστε είναι ικανό να σκοτώσει πολλά πράγματα, να αλλοιώσει συνειδήσεις). Όταν ήρθα να μείνω μόνιμα εδώ πριν από 25 περίπου χρόνια, η Καλαμπάκα έμοιαζε με ένα χωριό που τότε άρχιζε να αναπτύσσεται. Εάν γυρίσουμε κάποια χρόνια πίσω και αναφέρομαι στους νεότερους περίπου το 1980 η Καλαμπάκα ήταν μόνον χωριό. Τη συγκεκριμένη χρονιά άρχισε να αναπαλαιώνεται το μοναστήρι της Αγ. Τριάδος, ένα δύσβατο μοναστήρι. Ένα μοναστήρι ερειπωμένο, κατοικία των ποντικιών !!! Εκεί ζούσαν δύο μοναχοί ο πατήρ Χρυσόστομος και ο πατήρ Ιωάννης. Η αναπαλαίωση κράτησε περίπου 12 χρόνια. Πολλοί Καλαμπακιώτες και Τρικαλινοί πάνω από 70 άτομα βοηθούσαν στο κτίσιμο του μοναστηριού. Οι άνθρωποι αυτοί από τη δουλειά της επιβίωσης πήγαιναν κατευθείαν στο μοναστήρι να προσφέρουν και το έκαναν με χαρά και αγάπη χωρίς δόλο, χωρίς αντάλλαγμα. Ακολούθησε η αναπαλαίωση της Παναγίας Φανερωμένης, του Αγ. Αντωνίου, του Αγ. Νικολάου Μπάντοβα, του Αγ. Γρηγορίου (μοναστήρια ερειπωμένα). Η αναπαλαίωση των τελευταίων μοναστηριών έγινε απ' έναν μοναχό - ερημίτη, το γέροντα Χρυσόστομο, αυτός που τώρα πετροβολείται από τους αναρριχητές και από παλαιούς γνώριμους γνωστούς που ευεργετήθηκαν (γνωρίζουν αυτοί). Και έρχομαι τώρα στην εποχή μας, εμείς οι νεότεροι, που δε σηκώσαμε μία πέτρα για να βάλουμε λιθαράκι, που δε ξέρουμε τι σημαίνει κούραση, αγωνία μην πέσει κανένα ταβάνι μοναστηριού (όπως έπεσε το ταβάνι της Αγ. Τριάδος) και σκοτώσει άνθρωπο, πώς μεταφέρονταν το νερό, τα υλικά, (όταν έφευγε η μέρα οι οικοδομικές εργασίες συνεχίζονταν με γκαζόλαμπα), δε ξέρουμε από ξενύχτι και δεν εννοώ τα ξενύχτια στα μοντέρνα καφενεία, να τους εξευτελίζουμε αντί να τους προστατεύσουμε όλους αυτούς εκεί πάνω, αντί να τους θεωρήσουμε μέρος της ζωής μας, τους λιθοβολούμε, τους περιγελούμε κοινώς τους ποδοπατούμε. Έτσι δεν είναι; Μας άνοιξαν το δρόμο; Άλλωστε τι μας ενδιαφέρει εμάς. Τα βρήκαμε έτοιμα. Γιατί να μην τα εκμεταλλευτούμε στο έπακρο, να βγάλουμε πολλά χρήματα, πολλά money ! Λες και οι ξένοι έρχονται να δούνε τις λίμνες, τη θάλασσα, τα ξενοδοχεία, τα μαγαζιά και όχι για τα Μετέωρα. Μόνον μη συμβεί και σε μας ό,τι συνέβηκε στη Γλυφάδα που μαζεύουν το μαζούτ με τα δίχτυα. Ας αναλογισθεί ο καθένας από εμάς πού ήταν το 1961 όταν αναπαλαιώνονταν το μοναστήρι του Αγ. Στεφάνου, το Μοναστήρι Βαρλαάμ, ας μη μιλήσουμε για την Ι.Μ. Σωτήρος Μεταμορφώσεως που ήταν από το 17ο αιώνα. Πώς ήταν η Καλαμπάκα πριν και πώς είναι τώρα που σφύζει από ζωή, από τουρίστες. Περισσότερο από κάθε άλλη εποχή χρειαζόμαστε φώτα, φάρους, κάστρα και πολεμίστρες. Αυτούς που τώρα πολεμάμε τους χρειαζόμαστε, (μην μας φαίνεται παράξενο, μη μας φαίνεται τραγελαφικό) για να μην γίνουμε μάζα. Με αγάπη και σεβασμό Σάνυ Πρεμέτη-Γκαντάλη
|